Επετειακό αφιέρωμα στην 28η Οκτωβρίου 
................................................................................................................

Μαρτυρίες για τον πόλεμο του 1940  και τη Γερμανική κατοχή

................................................................................................................
Το υλικό διαβάστηκε στη  γιορτή του Σχολείου  για το ΟΧΙ στις 27/10/2018 και δημοσιεύτηκε 
στο "Θήτα της Θερμής"(1ο τεύχος - Δεκέμβριος 2017)

Ξ
ημερώματα 28 Οκτωβρίου 1940. Οι σειρήνες του πολέμου ουρλιάζουν δαιμονισμένα, οι καμπάνες ηχούν. Πόλεμος! Η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα.  H Αθήνα ολόκληρη, μόλις ξημέρωσε η 28η Οκτωβρίου μεταβλήθηκε σε απέραντο πανηγύρι. Όποιος μάθαινε την κήρυξη του πολέμου από τις εφημερίδες και τα λίγα ραδιόφωνα κατέβαινε στο δρόμο, ζητωκραύγαζε, χόρευε, έσχιζε ιταλικές σημαίες. Ο στρατός συνωστιζόταν στα τρένα για να φτάσει το συντομότερο στα σύνορα να πολεμήσει. Κανένας δεν σκεπτόταν ότι ο εχθρός, η Ιταλία, είχε πολλαπλάσιο στρατό, ναυτικό και αεροπορία. Όλοι βιάζονταν να ρίξουν τους Ιταλούς στη θάλασσα.
.........................................................................................................................................
> Και το θαύμα έγινε! Από τις πρώτες μέρες, ο στρατός μας απέκρουσε τους Ιταλούς και άρχισε να κυριεύει πόλεις της Βορείου Ηπείρου, την Κορυτσά την 21 Νοεμβρίου, το Αργυρόκαστρο, τους Αγ. Σαράντα και τις άλλες πόλεις.  Ο ενθουσιασμός του λαού  και κατά τη διάρκειά του πολέμου ήταν μεγάλος. Στις πόλεις και στα νοσοκομεία, όπου νοσηλεύονταν οι τραυματίες ακούγονταν τραγούδια, όπως το "Κορόιδο Μουσολίνι κανένας δεν θα μείνει..."

> Ύστερα από την αντίδραση της Ελλάδας η Ιταλία  ζητά  βοήθεια από τον Χίτλερ. Στις 6 τ’ Απρίλη του 1941, η Γερμανία μας κηρύσσει  τον πόλεμο.    Μέχρι τα τέλη Μαΐου του 1941 οι Γερμανοί είχαν υποτάξει το σύνολο της χώρας. Οι ίδιοι διατήρησαν υπό τον έλεγχό τους τις σημαντικότερες στρατηγικά περιοχές της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ η υπόλοιπη χώρα μοιράστηκε σε ζώνες ελέγχου  της Ιταλίας και της Βουλγαρίας. Παράλληλα τοποθετήθηκε στην Ελλάδα κατοχική κυβέρνηση, που συγκροτήθηκε από Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών.
.........................................................................................................................................
>Η κατοχή    προκάλεσε ανυπολόγιστες καταστροφές στον ελληνικό λαό. Οι ανθρώπινες απώλειες  υπολογίζονται μεταξύ 300.000- 770.000 αμάχων και 20.000 -35.000 στρατιωτών. 



Μαρία Μιχαλέλλη
Τι θυμάμαι από τις μέρες του   1940
........................................................................
Συνέντευξη του Παναγιώτη Μιχαλέλλη με τη γιαγιά του Μαρία Μιχαλέλλη
που είναι 92 χρονών και ζει στο Κάτω Τρίτος – Οκτώβριος 2017


Το 1940 έως το 1941 είχαμε πόλεμο. Για πρώτη φορά έβλεπα αεροπλάνα.
Τρέμαμε τους βομβαρδισμούς και τρέχαμε να κρυφτούμε, παιδιά, γονείς, νέοι και γέροι. Επικρατούσε ένας πανικός. Όταν ήρθαν οι Γερμανοί ο φόβος έγινε ακόμα μεγαλύτερος γιατί ήταν πάρα πολύ άγριοι.

Οι άνθρωποι πεινούσαν και το μόνο που έτρωγαν ήταν χόρτα και σαλιγκάρια και με το χειρόμυλό τους άλεθαν το λίγο σιτάρι και έκαναν τηγανίτες αντί για ψωμί.  Στο χωριό μου είχαμε να φάμε μόνο λάδι και λίγα ζωντανά που σφάζαμε.

Τρώγαμε βέβαια και ψάρια που μας έδιναν οι ψαράδες.  Δεν είχαμε ηλεκτρικές συσκευές τότε παρά μόνο λάμπες πετρελαίου αλλά και αυτές τις σβήναμε το βράδυ γιατί μας είχαν πει να κάνουμε συσκότιση και να μην βλέπουν τα φώτα τα αεροπλάνα.





Παναγιώτης  Χατζέλλης

Ο πατέρας μου γύρισε από την Αλβανία  με κρυοπαγήματα 
και θραύσματα  όλμου στο σώμα του  
........................................................................................................
Συνέντευξη της Mυρσίνης Καραδημητράκη 
με τον παππού  της Παναγιώτη Χατζέλλη, 87 χρονών
στη  Θερμή στις 23/10/2017

> Ο παππούς μου λέγεται Παναγιώτης Χατζέλλης και είναι 87 χρονών. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1929. Τον καιρό της Κατοχής ήταν 11 χρονών. Οι αναμνήσεις του από τον πόλεμο του 1940 και την κατοχή  πολλές . Όταν το ζήτησα-με αφορμή την εθνική μας επέτειο-να θυμηθεί κάποιες , μου είπε:   
....................................................................................................................................
 > Το 1940 ήμουν  μόλις 11 χρονών αλλά θυμάμαι καλά την πείνα και την δυστυχία. Ο κόσμος φοβόταν να κυκλοφορήσει στους δρόμους. Υπέφεραν πολύ.
....................................................................................................................................
> Αρκετοί από τη Μυτιλήνη πολέμησαν με τον τρόπο τους, περισσότερο με προκηρύξεις παρά με όπλα. Όσοι έφευγαν στην Μέση Ανατολή για να πολεμήσουν και είχαν την ατυχία να τους πιάσουν οι Τούρκοι, τους επέστρεφαν και οι Γερμανοί για παραδειγματισμό τους τουφέκιζαν στα Τσαμάκια (εκεί που σήμερα είναι η πλαζ)
....................................................................................................................................
> Από την οικογένειά μου, είχα τον πατέρα μου (και προπάππο σου Μυρσίνη) , ο οποίος έφυγε να πολεμήσει στην Αλβανία. Γύρισε πίσω μετά από 2 μήνες με κρυοπαγήματα και θραύσματα από όλμο.
.................................................................................................
> Χάσαμε και 2 γείτονες επειδή τους πρόδωσαν Έλληνες. Τους τουφέκισαν κι αυτούς οι Γερμανοί.
.................................................................................................
> Εγώ όλους αυτούς τους μήνες του πολέμου πήγαινα στα χωριά και έκαναν ανταλλαγές. Έδινα μπαχαρικά και μπογιές και έπαιρνα ότι μπορούσε να μου δώσει καθένας. Είχαμε και συσκότιση εκείνο τον καιρό. Κλείναμε τα παραθυρόφυλλα των σπιτιών για να μην φαίνονται τα φώτα από τα αεροπλάνα.
....................................................................................................................................
> Θυμάμαι πως πριν έρθουν εδώ οι Γερμανοί , οι Ιταλοί βομβάρδισαν τη Νεάπολη της Μυτιλήνης, που εκεί βρισκόταν ο ασύρματος. Στην περιοχή Καλαμάρι, στην Επάνω Σκάλα της Μυτιλήνης  στο εργοστάσιο δούλευαν εργάτες οι οποίοι όταν άκουγαν τις σειρήνες έφευγαν να κρυφτούν σε μια σπηλιά που υπήρχε εκεί κοντά. Τώρα εκεί έχει γίνει ο Περιφερειακός δρόμος . Κάποια μέρα μόλις βγήκαν οι εργάτες άρχισαν να ακούγονται πολυβόλα. Επικράτησε πανικός αλλά ευτυχώς δεν σκοτώθηκε κανείς. Μάλλον ήταν για εκφοβισμό.
....................................................................................................................................
> Τα σχολεία εκείνη την περίοδο λειτουργούσαν, αλλά λίγα παιδιά πήγαιναν.
....................................................................................................................................
> Υπήρχε μεγάλη πείνα η οποία κράτησε από το 1941 έως και το 1944. Λείπανε πολλά πράγματα από κάθε οικογένεια, κυρίως το ψωμί, αλλά και άλλα τρόφιμα. Όλα αυτά στην πόλη, γιατί στα χωριά ο κόσμος ήταν λίγο καλύτερα, δεν πεινούσε. Εμείς τρώγαμε χόρτα, γιατί ευτυχώς υπήρχαν πολλά και ελιές. Είχε πολλές ελιές αυτά τα χρόνια που κατά τη γνώμη μου έσωσαν τον κόσμο.
....................................................................................................................................
> Τους Γερμανούς δεν τους φοβόμουνα, μπορεί λόγω ηλικίας . Πήγαινε και σ’ αυτούς και έκανα ανταλλαγές . Έδινα μινιατούρες κονιάκ και έπαιρνα κουραμάνες (ψωμί) και ρύζι.
....................................................................................................................................
> Ο προπάππος σου Μυρσίνη το 1942-43 , πήγε στην Αθήνα για να προμηθευτεί για λογαριασμό του γραφείου αναπήρων, παπούτσια και ρούχα. Όταν γύριζε από Αθήνα με ένα επιταγμένο από τους Γερμανούς καΐκι το , στη Μέση  Ανατολή και κατατάχθηκε στο στρατό , που πολεμούσε τους Γερμανούς.  Επειδή ήταν ανάπηρος πολέμου έμεινε στο στρατόπεδο και δούλευε στη λέσχη. Εκεί βρίσκονταν όσοι   δεν μπορούσαν να πολεμήσουν. Γύρισε στο νησί το 1946. Στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων που έλειπε, ήμουν προστάτης της οικογένειάς μου.
....................................................................................................................................
> Στη λέσχη στη Χάιφα ο προπάππος σου Μυρσίνη, συνάντησε έναν γείτονά μας, τον κύριο Μανώλη Λαμπαδαρίδη, αν θυμάμαι καλά το επίθετό του. Τον είχανε πιάσει οι Γερμανοί γιατί ήταν στον Σύνδεσμο Αντίστασης. Τον κρατούσαν στην Γκεστάπο και τον βασάνιζαν. Ένα βράδυ μια ομάδα κομάντος  με αρχηγό τον Μίμη Γαληνό (πατέρα του Δημάρχου Μυτιλήνης) τον απελευθέρωσε και τον φυγάδευσαν στη Μέση Ανατολή με υποβρύχιο.

Mυρσίνη Καραδημητράκη - Γ΄ Δημοτικού





                                                                      
                                                                    Στρατής Κάμπερ
Όσους τουφέκιζαν οι Γερμανοί τους έβαζαν σε σάκκους  και τους έρριχναν 
στη θάλασσα να τους φάνε τα ψάρια 
.............................................................................................................................................. 
Συνέντευξη  της Ευαγγελίας  Κουρασάνη 
με τον κ. Στρατή Κάμπερ, 94 χρονών,στη Θερμή  στις 22/10/2017

Στις 22/10/2017 με αφορμή την εθνική μας επέτειο, επισκέφτηκα την προγιαγιά μου Παναγιώτη Σιμενή που είναι 84 χρονών, για να τη ρωτήσω τι θυμάται από τα χρόνια το πολέμου του 1940 και της γερμανικής κατοχής. Η προγιαγιά μου γεννήθηκε στο Σκαλοχώρι Λέσβου το 1933. Τον καιρό της Κατοχής ήταν μικρή 7 χρονών και  μου είπε ότι δεν έχει και πολλές αναμνήσεις από την εποχή εκείνη. Στάθηκα όμως τυχερή. Δίπλα της μένει ο γείτονάς της ο κυρ-Στρατής από τον οποίο πήρα μια σημαντική συνέντευξη .
.........................................................................................................................................
> Ο κυρ-Στρατής Κάμπερ είναι 94 χρονών. Γεννήθηκε στην Πέτρα Λέσβου το 1923. Όταν άκουσε ότι ετοιμάζουμε ένα αφιέρωμα για την 28η Οκτωβρίου προσφέρθηκε με χαρά να μου πει τις αναμνήσεις του από τον πόλεμο αυτό. Ήταν τότε 17 χρονών,  όταν οι Γερμανοί άρχισαν να μας βομβαρδίζουν. Ένας πανικός επικρατούσε .
Όσοι δεν ήθελαν να πολεμήσουν προσπαθούσαν να το σκάσουν με βάρκες προς την Ανατολή. Υπήρχαν και  Έλληνες που τους κάρφωναν στους Γερμανούς και τους έπιαναν και τους εκτελούσαν στην περιοχή «Τσαμάκια». Τα πτώματά τους δεν τα έδιναν στους δικούς τους να τα θάψουν , αλλά τα  έβαζαν σε τσουβάλια μαζί με πέτρες για  να είναι βαριά και τα πετούσαν στην θάλασσα, να τα φάνε τα ψάρια.
...............................................................................
> Ο κόσμος υπέφερε από την πείνα και την ψώρα. Πολλοί ήταν αυτοί που πέθαιναν. Εκείνον τον άρπαξαν και τον έστειλαν στη Λήμνο να δουλεύει για τους Γερμανούς, που έκαναν εκεί οχυρωματικά έργα.  Κουβαλούσε τσιμέντα και σίδερα. Κοιμόταν σε μια ξύλινη παράγκα. Του έδιναν για φαγητό 4 αγγουράκι τουρσί μαρμελάδα, και μια φορά την εβδομάδα 3 κουταλιές ζάχαρη. Μετά την δουλειά πήγαινε στα κοντινά χωριά όπου οι χωριανοί του έδιναν λίγο παξιμάδι. Κατάφερε να πλησιάσει έναν Γερμανό επιστάτη που το επίθετό του έμοιαζε με το δικό του και τον είχε σαν παιδί του.
.........................................................................................................................................
> Ύστερα από πολλούς μήνες δουλειάς του έδωσαν ταυτότητα και 7 μέρες άδεια. Μπήκε σε ένα καΐκι γεμάτο τρόφιμα για τους Γερμανούς που προοριζόταν για τη Λέσβο. Στα ανοιχτά της Λήμνου το καΐκι  το βούλιαξε το υποβρύχιό μας ο «Παπανικολής». Εκείνος  κολύμπησε ως την ακτή και ύστερα από 2 μέρες επιβιβάστηκε σε άλλο καΐκι και έφθασε στη Λέσβο. Δεν ξαναγύρισε πίσω στη Λήμνο. Κρυβόταν για 5-6 μήνες στο Πυργί σε κάτι θάμνους γιατί φοβόταν πως αν τον έβρισκαν οι Γερμανοί θα τον σκότωναν. Μέχρι που έφυγαν οι Γερμανοί και ανέλαβε το ΕΛΑΣ ...
.........................................................................................................................................
> Αναφέρθηκε στον ξάδερφό του που σκοτώθηκε στον πόλεμο, στον φίλο του τον Πασχαλιά που πολεμούσε στα βουνά σαν αντάρτης  και τον σκότωσαν και σε πολλούς άλλους. Μιλούσε γι αυτά τα γεγονότα σαν να τα ξαναζούσε.
.........................................................................................................................................
>Ήταν τόσο απίστευτα όλα αυτά που άκουγα. Αυτό που με συγκλόνισε ακόμη περισσότερο ήταν τα 8 βλήματα στο στήθος του από Έλληνα πατριώτη το 1949 αλλά όπως μου είπε αυτή είναι μια άλλη ιστορία, ονομάζεται «Εμφύλιος Πόλεμος». Θα τον επισκεφτώ ξανά για να μου την πει κι αυτή.

Ευαγγελία Κουρασάνη- Γ΄Δημοτικού


-ΛΕΖΑΝΤΕΣ : Με τον   κ. Στρατή Κάμπερ, που μου έδωσε τη συνέντευξη στο σπίτι του.


Μύρτα Λέλεκα 
Όταν ακούγαμε τους Γερμανούς με τις μπότες τους 
 μας έπιανε τρεμούλα  
...............................................................................................................................................
Συνέντευξη  της  Μιχαέλα Καραδημητράκη με την προγιαγιά της Μύρτα Λέλεκα,
87 χρονών στη  Θερμή  Λέσβου στις 21/10/2017


> Η προγιαγιά μου λέγεται Μύρτα Λέλεκα, και είναι 87 χρονών. Γεννήθηκε το 1930. Τον καιρό του ΟΧΙ  ήταν 10 χρονών. Για την περίοδο αυτή δεν μου είχε  μιλήσει ποτά. Πριν λίγες όμως μέρες που την ρώτησα με αφορμή την εθνική μας επέτειο θυμήθηκε και μου είπε πάρα πολλά :
....................................................................................................................................
> Ήμουν 10 χρονών στην Τετάρτη δημοτικού όταν ξεκίνησε ο πόλεμος. Πήγαμε όπως κάθε μέρα στο σχολείο κι εκεί στην αυλή,  που παίζαμε ακούσαμε τις καμπάνες να χτυπούν. Τότε οι δάσκαλοι μας μαζέψανε και μας είπανε ότι οι Ιταλοί θέλουν να πάρουν την πατρίδα μας. Τα σχολεία έκλεισαν.
....................................................................................................................................
> Όλοι οι άντρες έφυγαν για το μέτωπο και  στο χωριό έπεσε δυστυχία. Υποφέραμε από φόβο και πείνα. Σκοτώθηκαν τρία παλικάρια από το χωριό. Όταν μαθεύτηκε όλο το χωριό έκλαιγε και θρηνούσε για το χαμό τους. Τραυματίστηκαν άλλοι δύο, ο ένας έχασε το χέρι του και ο άλλος ήταν ο παππούς του μπαμπά σου Μιχαέλα.
....................................................................................................................................
> Με φόβο, τρόμο και πείνα , κλείσανε και οι μηχανές που παρήγαγαν ρεύμα κι έτσι το χωριό έμεινε χωρίς φως να μην  μας βλέπουνε οι εχθροί. Δεν κυκλοφορούσε κανείς. Εδώ στο χωριό η πείνα και ο φόβος δεν ήταν τόσο πολύ, όσο στην πόλη της Μυτιλήνης. Εκεί ήταν χειρότερα.
....................................................................................................................................
> Έφυγαν πολλοί από το χωριό. Όσοι πρόλαβαν . Έφυγε και ο αδελφός μου για την Αίγυπτο, για να πολεμήσει τους Γερμανούς.
....................................................................................................................................
> Η πείνα κράτησε 3 χρόνια. Αυτά τα χρόνια τρώγαμε ελιές, χόρτα κι ότι, άλλο έβγαζε ο τόπος. Δηλαδή ψάρια και γάλα από τα πρόβατα του πατέρα μας.
....................................................................................................................................
> Οι Γερμανοί πήγαιναν στα εργοστάσια και έπαιρναν την παραγωγή μας. Όταν ακούγαμε τους Γερμανούς με εκείνες τις μπότες τους , μας έπιανε τρεμούλα και τρέχαμε να κρυφτούμε. Ευτυχώς δεν έρχονταν πολύ τακτικά.

Μιχαέλα Καραδημητράκη - Γ΄ Δημοτικού


Βασιλεία  Βουρνάζου 
Το ψωμί το  φτιάχναμε  από τριμμένο βελανίδι.
.............................................................................................................................................
Συνέντευξη του Αργύρη Τσούρου 
με την προγιαγιά του Βασιλεία Βουρνάζου , 83 ετών,
στο Μεσότοπο της Λέσβου στις 21/10/2017

> Η πρόγιαγιά μου λέγεται Βουρνάζου Βασιλεία και είναι 83 ετών. Γεννήθηκε στις 19 Οκτωβρίου του 1934 και ζει στον Μεσότοπο Λέσβου.  Τον καιρό της κατοχής ήταν 6 χρονών. Πριν λίγες μέρες την ρώτησα με αφορμή την εθνική  επέτειο του ΟΧΙ  και  θυμήθηκε αρκετά  για την εποχή εκείνη . Τα σημαντικότερα από όσα μου είπε είναι τα παρακάτω:
....................................................................................................................................
> Όταν μάθανε στο χωριό ότι ξεκίνησε ο πόλεμος όλοι ήταν αναστατωμένοι και φώναζαν «πόλεμος», «πόλεμος». Όσοι ήταν φαντάροι και σε ηλικία που μπορούσαν να πολεμήσουν πήγαν στο μέτωπο και πολέμησαν. Δυο-τρεις από αυτούς σκοτώθηκαν και δεν γύρισαν πίσω. Οι γυναίκες έπλεκαν φανέλες και κάλτσες για τους  στρατιώτες. Τα σχολεία ήταν κλειστά.
....................................................................................................................................
> Η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν για τους κατοίκους του Μεσοτόπου, όπως και για τους υπόλοιπους του νησιού , η πείνα. Αυτοί που είχαν πρόβατα είχαν και γάλα. Ερχόνταν κόσμος από το Πλωμάρι στο Μεσότοπο και έφεραν λάδι για να το ανταλλάξουν με λαχανικά. Το ψωμί το έφτιαχναν από τριμμένο βελανίδι.
....................................................................................................................................
> Ο άνδρας της γιαγιάς Βάσως, ο προπάπους μου, Βουρνάζος Παναγιώτης, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος ήταν φαντάρος και τον έστειλαν στο μέτωπο στην Αλβανία. Εκεί ήταν πολύ δύσκολα, είχε πολύ κρύο και χιόνια. Έμεναν μέσα σε σκηνές και έβαζαν κάτω ξύλα και από πάνω έστρωναν κουβέρτα για να κοιμηθούν. Για να πιούνε νερό έλιωναν το χιόνι και έτρωγαν σταφίδες.

Αργύρης Τσούρος - Γ΄ Δημοτικού

ΑΛΚΗ ΖΕΗ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ